Λογοτεχνικό Βιβλίο

 "Το Διπλό Βιβλίο", Δ. Χατζή

Ενδεικτικές Ερωτήσεις 

1) Να περιγράψετε τη σχέση που έχουν με τη δουλειά τους ο Μύλλερ στο ΑΟΥΤΕΛ-ΑΟΥΤΟ ΕΛΕΚΤΡΙΚΑ και ο Μάστορας στο ΞΥΛΑΔΙΚΟ ΤΟΥ ΒΟΛΟΥ.
Ο Μύλλερ είναι πάντα στο γραφείο του, απασχολημένος για ολόκληρο 8ωρο. Από το χέρι του περνάνε τα πάντα, έχει την ευθύνη για ό,τι συμβαίνει στο εργοστάσιο. Δεν έχει πάρε-δώσε με το υπόλοιπο προσωπικό. Πάντα έχει κάτι να κάνει αλλά πάντα ήρεμος, μονότονος, λες και χρησιμοποιούσε μαγνητόφωνο, τυπικός με τα ωράρια. Αντίθετα ο Μάστορας ήταν συνεχώς έκτός, έψαχνε να βρει πελάτες και να προωθήσει τη ξυλεία (ήταν από δεύτερο χέρι και την πωλούσαν για καινούρια). Γνώριζε πάρα πολύ καλά την εργασία του και ήταν πολύ ανοιχτός χαρακτήρας. Ήταν ένα με τους υπόλοιπους εργάτες, δούλευε μαζί τους και τους συμβούλευε συνεχώς. Ήταν άγιος άνθρωπος, τους πρόσφερε δουλειά και τους πλήρωνε καλά. Δούλευε με ακανόνιστο ωράριο και δεν ήταν καλός στα λογιστικά του.

2) Να συγκρίνετε τον τρόπο με τον οποίο είναι οργανωμένη η εργασία στο εργοστάσιο της Στουτγάρδης με αυτόν στο ξυλάδικο του Βόλου.
Το εργοστάσιο Αουτέλ είναι ένα πολυώροφο κτίριο από γυαλί και αλουμίνιο ενώ το ξυλάδικο είναι μια μάντρα μεγάλη κλεισμένη με τοίχο. Στο εργοστάσιο της Στουτγκάρδης απασχολούνται εκατοντάδες εργάτες διαφορετικής προέλευσης, η παραγωγή είναι εξειδικευμένη, χρησιμοποιούνται σύγχρονες μηχανές και επικρατεί οργάνωση και τάξη. Αντίθετα στο ξυλάδικο του Βόλου οι εργαζόμενοι είναι ελάχιστοι, οι εργασίες τους είναι μόνιμες αλλά και περιστασιακές, χρησιμοποιώντας μια παλιά πριονοκορδέλα. Επικρατεί μια γενική αταξία. Γενικά το ξυλάδικο αποπνέει προχειρότητα και φτώχεια αλλά στο επίκεντρο μένει ο άνθρωπος, είναι υπαρκτές οι ανθρώπινες σχέσεις. Ενώ το Αουτέλ είναι σύγχρονο και αποτελεσματικό αλλά απρόσωπο και αλλοτριωτικό.

3) Ο πατέρας του Κώστα και της Αναστασίας παρουσιάζεται νικημένος. Με ποιες προσδοκίες ξεκίνησε τη δράση του και ποιες συγκυρίες τελικά τον συνέτριψαν;
Ο μικρός ράφτης της Σούρπης, πατέρας του Κώστα και της Αναστασίας παρουσιάζεται νικημένος, γιατί ενώ λαμβάνει μέρος στην αντίσταση και τον εμφύλιο είναι κατά βάθος ο τύπος του αγωνιστή πατριώτη που δεν προδίδει τα όνειρά του, εντούτοις κάποιες συγκυρίες τον συνέτριψαν. Φυλακίστηκε  για δύο χρόνια περιμένοντας τη θανατική καταδίκη, φορτώνοντας του έξι φόνους που δεν έκανε. Γλίτωσε μετά από παρέμβαση της θείας του κάτι το οποίο δεν της συγχώρεσε ποτέ, αφού αυτό θεωρείται η αιτία που τον αποκαλούν προδότη. Έτσι, του στερούν ακόμα και την ελάχιστη δικαίωση του ηττημένου, το φωτοστέφανο του μάρτυρα, που ο θάνατος απέδωσε στους υπόλοιπους συντρόφους του. Με την παρέμβαση της θείας η προσωπική του τύχη αποσυνδέθηκε από τη συλλογική, το ίδιο όμως και η τιμή του. Αναγνωρίζοντας τη δική του προσωπική ήττα, ο Αναστάσης υπογράφει τη δήλωση αποκήρυξης φρονημάτων και ζει μέχρι το θάνατο του νικημένος, ταπεινωμένος, περιθωριοποιημένος και αδικαίωτος, απαξιωμένος τόσο από τους ομοϊδεάτες του όσο και από τους αντιπάλους.

4) Ποια περιστατικά της νεότερης ελληνικής ιστορίας αναφέρονται στο έργο και πώς αυτά φαίνονται να επηρεάζουν το ρεύμα της μετανάστευσης εκείνη την εποχή;
Μετά την κατοχή ακολουθεί ο εμφύλιος και στο τέλος η δικτατορία που ρημάζουν πολιτικά, κοινωνικά και οικονομικά την Ελλάδα. Την οδηγούν στη φτώχεια και στην εξαθλίωση που παρακινούν τους Έλληνες να φύγουν μακριά για να αναζητήσουν καινούργιες συνθήκες ζωής.

5) Πώς συνδέεται ο προσδιορισμός «έρημη χώρα» του τίτλου με το περιεχόμενο του αντίστοιχου κεφαλαίου; 
Ο Κώστας έχει πολλά κοινά στοιχεία με τον Κάσπαρ Χάουζερ. Και οι δύο βρέθηκαν σε μια ξένη χώρα, στην οποία υποχρεώνονται να ζήσουν και ουσιαστικά είναι και για τους δύο μια έρημη χώρα. Δεν μπορούν να επικοινωνήσουν με τους ανθρώπους και βιώνουν ο καθένας τη δική του μοναξιά.

6) Να παρακολουθήσετε πώς διαφοροποιούνται στο κεφάλαιο «ΤΑ ΓΟΥΔΟΧΕΡΙΑ» οι απόψεις που σχημάτισε ο Κώστας στο πρώτο κεφάλαιο για το Μύλλερ και για τους άλλους.
Ο Κώστας στο πρώτο κεφάλαιο θεωρεί το Μύλλερ κακό, απρόσιτο άνθρωπο. Είναι απομονωμένος στο γραφείο του που από κει ρυθμίζει και ελέγχει τα πάντα. Στο κεφάλαιο «Τα γουδοχέρια» τον θεωρεί φύλακα-άγγελο, γιατί αν δεν ήταν αυτός λόγω της καθυστέρησης που παρατηρείται στη μεταφορά των κιβωτίων θα τον είχαν απολύσει. Στο τέλος όμως διαπίστωσε ότι προστατευόταν από το συνδικάτο και όχι από το Μύλλερ.

7) Να παρακολουθήσετε την παρουσία του Σκουρογιάννη μέσα στο βιβλίο και να δείξετε πώς αυτός διαφοροποιείται α) από τους υπόλοιπους συμπατριώτες του στη Γερμανία και β) από τους συγχωριανούς του στο Ντομπρίνοβο. Να εξηγήσετε γιατί.
Ο Σκουρογιάννης ήταν από τους παλιούς Έλληνες μετανάστες που βρέθηκαν στη Γερμανία για βιοποριστικούς λόγους. Δεν προσαρμόστηκε όμως πότε στον ξένο τόπο γιατί μέσα του επιθυμούσε έντονα να επιστρέψει στο Ντομπρίνοβο. Όταν αυτό κάποια στιγμή γίνεται και ενώ θα έπρεπε να πλέει σε πελάγη ευτυχίας που κατάφερε να έλθει στο Ντομπρίνοβο νιώθει μόνος, αποκομμένος από τους γύρω του.  Η πρόοδος της τεχνολογίας και η κοινωνία της αφθονίας έχει επηρεάσει και το χωρίο και τους συγχωριανούς του. Όλοι κυνηγούν το χρήμα και οι ανθρώπινες σχέσεις έχουν τυποποιηθεί.

8) Να εντοπίσετε στο έργο τις εθνικότητες που ζουν και εργάζονται στη Γερμανία εκείνη την εποχή. Τι συμπεράσματα βγάζετε για το μεταναστευτικό ρεύμα της εποχής προς τη Γερμανία;
Στη βάση της η γερμανική κοινωνία είναι πολυπολιτισμική. Μαζί με τους Γερμανούς εργάτες δουλεύουν όχι μόνο Έλληνες αλλά και Τούρκοι και Ισπανοί. Παρόλο που οι συνθήκες στο εργοστάσιο δεν ευνοούν την επικοινωνία αλλά την αποξένωση, η κοινωνία αναπόφευκτα δημιουργεί αόρατους δεσμούς μεταξύ των εργατών. Ωστόσο, κάθε εργάτης παλεύει μόνος του με τη μοναξιά του, με την εκμετάλευση, με τα ανεκπλήρωτα όνειρά του. Καμιά εκδήλωση πραγματικής αλληλεγγύης δεν υπάρχει, μέχρι την εμφάνιση ενός συνδικαλισμένου Γερμανού εργάτη.

9) Να παρακολουθήσετε και να παρουσιάσετε τους αναβαθμούς συνειδητοποίησης και της συμμετοχής του μικρού ράφτη της Σούρπης στα ιστορικά δρώμενα.
Ο μικρός ράφτης της Σούρπης την περίοδο 1940-1944, για τέσσερα χρόνια έκανε το χρέος του για τον εαυτό του, για την πατρίδα του,για τα ύψιστα συμφέροντα της ανθρωπότητας. Ο αγώνας του μικρού ράφτη από ατομικός και προσωπικός εξελίσσεται σε συλλογικό αγώνα όλων των Ελλήνων για εθνική απελευθέρωση και τέλος σε αγώνα των αγωνιστών όλου του λαού σε επίπεδο πανανθρώπινο, οικουμενικό για οικουμενική απελευθέρωση.

10) Να αντιπαραβάλετε τη στάση του μετανάστη Κώστα απέναντι στην Ελλάδα μ’ εκείνη του Σκουρογιάννη.
Ο Κώστας δε νοσταλγεί τον τόπο καταγωγής του, την ελληνική επαρχία. Όχι μόνο δεν τον εξιδανίκευσε ποτέ ως μετανάστης, αλλά τον απομυθοποίησε. Πριν να απομακρυνθεί γεωγραφικά έχει ήδη απομακρυνθεί ψυχολογικά απ’ αυτόν, για ό,τι σφραγίζει τη ζωή του σ’ αυτό το χώρο, τον πληγώνει. Έτσι, επιλέγει συνειδητά τον ξεριζωμό από την πατρίδα και τον κόσμο του παρελθόντος, επιλογή απαραίτητη για να εισέλθει στο νέο κόσμο. Αντίθετα ο Σκουρογιάννης κουβαλάει μέσα στην ψυχή του το Ντομπρίνοβο, το χωριό του, όλα τα χρόνια της αποδημίας του. Η βιομηχανική μεγαλούπολη δε θα τον κερδίσει ποτέ, η σύγχρονη πόλη θα μείνει για πάντα ξένος τόπος γι’ αυτόν.

11) «Το ρωμαίικο με τις χαμένες γενιές του...» (ΡΕΚΒΙΕΜ ΓΙΑ ΕΝΑ ΜΙΚΡΟ ΡΑΦΤΗ). Για ποιες γενιές γίνεται λόγος εδώ και με ποια έννοια χάθηκε η καθεμιά τους;
Αναφέρεται α) στον αγώνα της πρώτης γενιάς που πολέμησε, σφαγιάστηκε, ηττήθηκε, και απέτυχε. Σε ένα αγώνα που η πλειοψηφία του ελληνικού λαού πίστεψε, αλλά δε δικαιώθηκε, δεν ευοδώθηκε. β) Στη δεύτερη γενιά, στα παιδιά των αριστερών ανταρτών που βίωσαν  τον κατατρεγμό, το φακέλωμα, την καταπίεση, τη μετανάστευση. Παρόλο που είχαν πίστη, υπομονή, καρτερία, οράματα, τα όνειρά τους διαψεύστηκαν.
Η καπιταλιστική κοινωνία της Γερμανίας έπαυσαν πλέον να αγωνίζονται. Μόνη τους έγνοια ήταν τα λεφτά, οι οικονομίες, η κατανάλωση. Όσοι απ’ αυτούς ή τα παιδιά τους έμειναν προσκολλημμένοι στο παρελθόν και στην παλιά εικόνα της πατρίδας διαψεύστηκαν, αφού επιστρέφοντας στη χώρα τους διαπίστωσαν ότι βρισκόντουσαν μέσα σε μια καταναλωτική κοινωνία.

12) Να αντιπαραβάλετε τη μορφή της θείας του μικρού ραφτάκου μ’ εκείνη της γυναίκας του.
Η γυναίκα του μικρού ράφτη, η μητέρα του Κώστα και της Αναστασίας, είναι καρτερική, υπομονετική και ανήσυχη. Ανησυχεί όταν ο άντρας της γίνεται σύνδεσμος για τους ελασίτες αντάρτες. Παρόλα αυτά τον παροτρύνει. Περισσότερο νιώθει και λιγότερο μιλάει. Ανησυχεί για την κόρη της, στάθηκε δίπλα στον άντρα της χώρις να μετανιώσει, νικημένη μαζί του. Η θεία από το Βόλο είναι ιδιαίτερα δυναμική γυναίκα που με την οικονομική της άνεση βοηθάει την επαρχιώτικη κοινωνία κάνοντας διάφορες φιλανθρωπίες. Έτσι, έγινε γνωστή σε πολλούς κύκλους.

13) Να σκιαγραφήσετε τη μορφή της Αναστασίας, όπως αυτή φαίνεται μέσα από τα «ελληνικά» κεφάλαια. Μπορεί αυτή να ενταχθεί στις «μεγάλες γυναίκες του ρωμάιικου πόνου»; Να δικαιολογήσετε την απάντηση σας.
Η Αναστασία είναι μια παράξενη κοπέλα, καθώς από μικρή τρέχει και κάθεται κάτω από ένα δέντρο, για να δει τα πουλιά της. Θέλει να φύγει, να πετάξει με αυτά τα πουλιά μακριά, να ζήσει λεύτερη, αλλά δεν το κάνει. Υποτάσσεται στη μοίρα της όπως οι γυναίκες του τόπου της. Προδίδει τα όνειρά της αφού παντρεύεται το Βασίλη όχι γιατί τον ερωτεύεται αλλά γιατί φοβήθηκε τη μοναξιά της. Ο πραγματικός της έρωτας ήταν ο Σταύρος, φίλος του Κώστα. Είναι ο χαρακτηριστικός τύπος της Ελληνίδας που ζει συνεχώς με στερήσεις, βάσανα και ταλαιπωρίες.

14) Να σχολιάσετε το νόημα του αποσπάσματος: «-Γιατί ρωμαίικο Κώστα, θα το μάθεις κάποτε, δεν είναι τόπος, δεν είναι κόσμος, εργοστάσια, ξυλάδικα, τίμιες δουλειές που θέλεις εσύ – είναι καημός μονάχα.»
Το ρωμαίικο, οι Έλληνες είναι γεμάτοι καημούς, βάσανα και στερήσεις. Η οικονομική εξαθλίωση ανάγκαζε τους άντρες να ξενιτευτούν για εργασία. Πολλοί από αυτούς δεν επέστρεφαν βυθίζοντας στο πένθος τις οικογένειές τους. Υπήρχε ο πόλεμος, η αντίσταση, ο εμφύλιος, οι αδελφοσκοτωμοί, η πείνα, η φτώχεια που οδηγούσαν τους ανθρώπους σε πράξεις όχι τίμιες και καθαρές. Συχνά αναγκάζονταν να κλέψουν για να ζήσουν τις οικογένεις τους. Ακόμη έχουμε γάμους από ανάγκη και όχι από έρωτα (Αναστασία), όνειρα προσωπικά και συλλογικά ανεκπλήρωτα.

15) Να δείξετε τη σχέση που έχουν με τον τίτλο του έργου τα αποσπάσματα: «Βιβλίο της μοναξιάς είναι κι αυτό - της δικής σου της μοναξιάς το βιβλίο, στον κανένα τόπο, τον κανένα καιρό – που βρίσκεσαι εσύ πεταγμένος και που’ χω φτάσει και γω [...] Κι ωστόσο...Της ελπίδας το βιβλίο θα’ θελα να’ ναι το δεύτερο αυτό δικό σου.»
Τα δύο αποσπάσματα παραπέμπουν στο διπλό βιβλίο, γιατί ολοκληρώνεται η διπλή θεματική του βιβλίου. Ο επίλογος του κόσμου που φεύγει γίνεται πρόλογος του σύγχρονου κόσμου. Το μισοτελειωμένο βιβλίο του συγγραφέα περιέχει οδηγίες για τη συγγραφή και του δεύτερου και γίνεται έτσι η αρχή του. Το αδιέξοδό του γίνεται η εκκίνηση της νέας πορείας για τη δημιουργία μιας καινούργιας κοινωνίας. Μιας κοινωνίας με αφθονία που θα είναι χρήσιμη για όλους. Μια κοινωνία ελεύθερη και προοδευτική χωρίς τυράννους εκμεταλλευτές και καταπιεστές. Αυτή είναι η αισιοδοξία του συγγραφέα και αυτή την κοινωνία οραματίζεται να φτιάξει και στην Ελλάδα.

16) Ο Κώστας λέει: «Ο λεύτερος άνθρωπος είναι τίμιος». Τι τον οδηγεί σ’ αυτό το συμπέρασμα; Πώς αντιλαμβάνεστε εσείς το νόημα αυτής της φράσης;
Σ’ αυτό το συμπέρασμά του οδηγεί η συμπεριφορά των Γερμανίδων γυναικών, οι οποίες δεν υποκρίνονται δε λένε ψέματα αλλά στα ίσα λένε αυτό που αισθάνονται και αυτό που θέλουν. Ο ελεύθερος άνθρωπος είναι αυτός που είναι απαλλαγμένος απ΄ τα πάθη του, και ενδεχομένως έχει όσα του χρειάζονται για να ζήσει, οπότε δε χρειάζεται ούτε να υποκρίνεται αλλά ούτε και να λέει ψέματα. Είναι αυτός που στηρίζεται στα πόδια του, στις δυνάμεις του, δεν έχει ανάγκη κανένα οπότε σκέφτεται και ενεργεί χωρίς σκοπιμότητες.

17) Να σχολιάσετε τα λόγια του Κώστα: «...εγώ, λοιπόν, πρέπει να’ μαι ο πιο γνήσιος πολίτης της πολιτείας των ξένων – ο ιθαγενής... ο ξενότερος απ’ όλους τους ξένους της πολιτείας των ξένων.»
Ο Κώστας ζητάει από το συγγραφέα να του βάλουν μια αναμνηστική πλάκα έξω από το δωμάτιο που νοικιάζει για να δείχνει ότι ο αφηγητής υπήρξε ο πιο ξένος στην πολιτεία των ξένων που ζούσαν στη Γερμανία. Θέλει να δείξει ότι όλοι οι μετανάστες που ζουν στη Γερμανία χάνουν την προσωπική και εθνική τους ταυτότητα. Είναι εργάτες νούμερα. Αριθμοί χωρίς προσωπικότητα.

18) Να καταγράψετε και να εξηγήσετε τις διαφορές αλλά και τις ομοιότητες που παρουσιάζουν οι μορφές της Αναστασίας και της Έρικας.
Παρά τις μεγάλες διαφορές στον τρόπο ζωής υπάρχει τελικά μεγάλη ομοιότητα μεταξύ τους: συμβιβασμός για ένα γάμο, όνειρα προδομένα, έρωτες ανεκπλήρωτοι. Η Έρικα αποφασίζει η ίδια για τον έρωτα που θέλει να ζήσει. Σύμφωνα με τον Κώστα είναι ένας ελεύθερος άνθρωπος. Αντίθετα η Αναστασία ζει παγιδευμένη στην κλειστή επαρχιακή κοινωνία και είναι αδύνατο να ξεφύγει από όσα την καταπιέζουν. Συμβιβάζεται με τα κοινωνικά στερεότυπα και ακολουθεί το πεπρωμένο των γυναικών: να ζήσει με τον άντρα της και να μεγαλώσει τα παιδιά της.   
Στο τέλος και οι δύο τερματίζουν στο ίδιο σημείο: είναι υποταγμένες, έχουν παντρευτεί, ζουν συμβολικά αλλά κάποιος άλλος βρίσκεται στην καρδιά τους.

19) Πώς αποκαλεί ο «συγγραφέας» την Αναστασία στο τελευταίο κεφάλαιο; Να εξηγήσετε ποιο ρόλο παίζει αυτή στην προσπάθεια του να γράψει το βιβλίο.
Την αποκαλεί Διοτίμα του θανάτου. Στην αρχή την αποκαλεί Διοτίμα του Ονείρου αφού για το συγγραφέα ήταν η πηγή έμπνευσής του ( η Διοτίμα έζησε τον 5° αιώνα π.Χ., ήταν Πυθαγόρεια φιλόσοφος και ο Σωκράτης τη θεωρεί δασκάλα του αφού δηλώνει ότι σ’ αυτήν οφείλει τις απόψεις του για τον έρωτα ως πόθο και κίνητρο για το ωραίο και αληθινό). Αυτή του έδωσε την ελπίδα για ένα καλύτερο αύριο. Όμως και αυτή τον είχε απογοητεύσει, μιας και πρόδωσε τα όνειρά της αφού παντρεύτηκε το Βασίλη που δεν ήταν ο έρωτάς της. Παύει έτσι να είναι το κίνητρο και η εμπνευσή του, γιατί και αυτή νικήθηκε όπως νικήθηκε και η γενιά του συγγραφέα. Έτσι δικαιολογείται και το Διοτίμα του θανάτου. 

20) Τι συμβολίζουν τα πουλιά της Αναστασίας;
Τα πουλιά συμβολίζουν την ελευθερία, την επιθυμία του ανθρώπου να ανοίξει τα φτερά του και μ’ αυτά να πετάξει σε κόσμους μακρινούς κι ονειρεμένους. Η Αναστασία είναι μια κοπέλα που νιώθει παγιδευμένη μέσα στη φτώχεια, τη μοναξιά, τη μιζέρια. Τα πουλιά, της δίνουν την ελπίδα να απελευθερωθεί και να φτιάξει τα όνειρά της έτσι όπως αυτή θέλει. Γι’ αυτό κι όταν παντρεύεται το Βασίλη δεν εμφανίζονται ποτέ ξανά τα πουλιά της. Ο Βασίλης δεν ήταν ο έρωτας, ήταν ένας συμβιβασμός. Η Αναστασία πρόδωσε τα όνειρά της, γι’ αυτό και τα πουλιά της την εγκαταλείπουν.

21) Εξηγήστε τον τίτλο του έργου.
α)  Ο τίτλος ανταποκρίνεται στις δύο όψεις της ζωής των ηρώων του. Στο πρώτο βιβλίο ο συγγραφέας αναφέρεται στις συνθήκες της ζωής των ηρώων του τα χρόνια που ζουν στην Ελλάδα και στα όνειρά τους για μια καλύτερη ζωή. Στο δεύτερο βιβλίο, μας μεταφέρει στην Γερμανία και εξιστορεί τις δυσκολίες της προσαρμογής του στον ξένο τόπο και σε ένα μηχανοποιημένο τρόπο εργασίας, το συνεχή αγώνα τους για εξασφάλιση χρημάτων, τη μόνιμη νοσταλγία για τον τόπο τους τη λαχτάρα της επιστροφής.
β) Υπάρχουν δύο αφηγητές ο Κώστας και ο συγγραφέας.
γ) Υπάρχει το σχήμα γνώσης-άγνοιας.
δ) Η διπλή ζωή της Αναστασίας, μια φανταστική (εσωτερική) και μια μαζί με όλους τους άλλους (πραγματική).
ε) Το μισοτελειωμένο του βιβλίο αποτελεί τον πρόλογο του δεύτερου.

22) Το 4° κεφάλαιο έχει τίτλο «ΡΕΚΒΙΕΜ ΓΙΑ ΕΝΑ ΜΙΚΡΟ ΡΑΦΤΗ». Για ποιο λόγο νομίζετε επέλεξε αυτόν τον τίτλο ο συγγραφέας;
Η λέξη ρέκβιεμ σημαίνει επιμνημόσυνη ακολουθία. Και πράγματι αυτό το κεφάλαιο υμνεί και τιμά μέσα από τον μικρό ράφτη της Σούρπης, όλους αυτούς τους ανθρώπους που ξεπέρασαν τον εαυτό τους και αγωνίστηκαν για την πατρίδα τους, αδιαφορώντας για τους κινδύνους που παραφύλαγαν παντού και αψηφώντας το θάνατο. Είναι θα λέγαμε αφιερωμένο αυτό το κεφάλαιο στη γενιά της αντίστασης. Στη γενιά που πολέμησε, ηττήθηκε όμως και απέτυχε. Οι αριστεροί ήταν αυτοί που μετά την ήττα τους στον εμφύλιο πόλεμο εξορίστηκαν από την Ελλάδα και πολλοί από αυτούς εξοντώθηκαν. Όπως άλλωστε αναφέρει ο συγγραφέας «Ο φίλος του καφενείου είχε δίκαιο-ήταν όλοι τους σπουδαία παιδιά, μια γενιά σπουδαία παιδιά. Και πήγαν όλοι χαμένοι. Σαν το σκυλί στο αμπέλι».